Η νόσος του καταρράκτη
Ο καταρράκτης (cataract) είναι η θόλωση του κρυσταλλοειδούς φακού του οφθαλμού, η οποία οφείλεται στη διαταραχή της φυσιολογικής αρχιτεκτονικής του και οδηγεί σε σταδιακή μείωση της όρασης.
Ο συχνότερος τύπος καταρράκτη είναι ο γεροντικός καταρράκτης, ο οποίος εμφανίζεται συνήθως μετά την ηλικία των 60 ετών. Παράγοντες κινδύνου που αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης καταρράκτη ή οδηγούν στην εμφάνισή του σε μικρότερη ηλικία είναι ο σακχαρώδης διαβήτης, η αρτηριακή υπέρταση, η παχυσαρκία και το κάπνισμα.
Άλλες αιτίες είναι τα τραύματα του οφθαλμού (τραυματικός καταρράκτης), η μακροχρόνια λήψη κάποιων φαρμάκων (πχ κορτιζόνης), η παρατεταμένη έκθεση σε ακτινοβολία και διάφορα σύνδρομα μεταβολικά και μη.
Τα κυριότερα συμπτώματα του καταρράκτη είναι:
- Θολή όραση, μακρινή ή και κοντινή, ιδιαίτερα τη νύχτα
- Μείωση της χρωματικής αντίληψης και της ευαισθησίας αντίθεσης
- Συχνές αλλαγές στην συνταγογράφηση γυαλιών
- Λάμψεις, αντανακλάσεις και φωτοστέφανα γύρω από φωτεινές πηγές
Η αντιμετώπιση του καταρράκτη είναι χειρουργική. Η παλιά άποψη ότι «πρέπει να περιμένουμε να ωριμάσει ο καταρράκτης» δεν ισχύει πλέον. Αντιθέτως, ένας προχωρημένος και «σκληρός» καταρράκτης καθιστά πιο δύσκολη την επέμβαση. Γενικά, ο καταρράκτης χειρουργείται ανάλογα με τις ανάγκες του ασθενούς σε οποιοδήποτε στάδιο ωρίμανσης.
Η πλέον διαδεδομένη τεχνική είναι αυτή της φακοθρυψίας, όπου ο πυρήνας θρυμματίζεται με τη χρήση υπερήχων, εν συνεχεία αναρροφάται και στην θέση του φακού τοποθετείται τεχνητός ενδοφακός.
Η τεχνολογία των ενδοφακών έχει κάνει τεράστια πρόοδο τα τελευταία χρόνια. Οι τύποι ενδοφακών που χρησιμοποιούνται είναι οι εξής:
- Μονοεστιακοί ενδοφακοί: εξυπηρετούν τη μακρινή όραση.
- Μονοεστιακοί τορικοί ενδοφακοί: εξυπηρετούν τη μακρινή όραση και διορθώνουν τον κερατοειδικό αστιγματισμό.
- Πολυεστιακοί ενδοφακοί: είναι διπλοεστιακοί ή τριπλοεστιακοί ώστε να εξυπηρετούν την κοντινή, μακρινή και ενδιάμεση όραση.
- Πολυεστιακοί τορικοί ενδοφακοί: εξυπηρετούν την κοντινή, μακρινή και ενδιάμεση όραση και ταυτόχρονα διορθώνουν τον κερατοειδικό αστιγματισμό.
Ωστόσο, πρέπει να τονιστεί ότι δυστυχώς δεν είναι όλοι οι ενδοφακοί κατάλληλοι για όλους τους ασθενείς. Η επιλογή ενδοφακού εξαρτάται από παραμέτρους όπως οι συνυπάρχουσες οφθαλμολογικές παθήσεις, η ηλικία του ασθενούς κ.ά. Η επιλογή του καταλληλότερου ενδοφακού για τον κάθε ασθενή γίνεται από τον οφθαλμίατρο, ο οποίος στοχεύει πάντα στην ποιοτικότερη μετεγχειρητική όραση του ασθενούς.
Σε ένα ποσοστό ασθενών δημιουργείται ο λεγόμενος δευτερογενής καταρράκτης, ο οποίος είναι θόλωση της οπίσθιας μεμβράνης του φακού (οπίσθιο περιφάκιο), η οποία περιορίζει την όραση. Με τη χρήση laser ο οφθαλμίατρος σπάει το κέντρο αυτής της μεμβράνης, ανοίγοντας έτσι ένα «παράθυρο» και η όραση επανέρχεται στο φυσιολογικό.
Ειδική κατηγορία αποτελεί ο συγγενής καταρράκτης, που εμφανίζεται από τη γέννηση του παιδιού. Η συχνότητά του είναι 1 στις περίπου 250 γεννήσεις. Έχει κυρίως κληρονομικά & γονιδιακά αίτια (π.χ. μια κληρονομική γονιδιακή διαταραχή), όμως μπορεί να προκληθεί και από κάποια λοίμωξη κατά την διάρκεια της κύησης. Ο παιδικός καταρράκτης αντιμετωπίζεται χειρουργικά από παιδοοφθαλμίατρο. Είναι ζωτικής σημασίας η επέμβαση να γίνει έγκαιρα, αφού η παραμονή καταρράκτη στην παιδική ηλικία οδηγεί σε αμβλυωπία (τεμπέλικο μάτι).